skip to Main Content
Το έργο παρουσιάζει ιστορίες που διασταυρώνονται, από τη ζωή κάποιων ανθρώπων που ζουν στη Βαρκελώνη. Τα πρόσωπα, ενώ αρχικά φαίνονται ανεξάρτητα μεταξύ τους, διατηρούν κάποιους περίεργους δεσμούς. Μια παράξενη εξαφάνιση τους συγκλονίζει και επηρεάζει καθοριστικά τη ζωή τους. Και όλους τους γοητεύει αυτή η τόσο παλιά και  ξεχασμένη τέχνη: η ερμηνεία της πραγματικότητας μέσα από τα παραμύθια. Ιστορίες για μια πόλη που δεν είναι αυτή που ήταν πριν, ιστορίες για τη νοσταλγία των παλιών κατοίκων της και τη ζωή των νέων μετοίκων ή των τουριστών που απλά θέλουν να βγάλουν μια φωτογραφία έξω από τη Σαγράδα Φαμίλια ή να βολτάρουν στη Ράμπλα, ιστορίες για ό,τι χάνεται από τη ζωή μας, αλλά μένει πάντα στην καρδιά μας.

Απόσπασμα του έργου

Σκηνή πρώτη.

Πανεπιστήμιο. Αίθουσα. Φιντέλ, Κάρλες, Μπλακ και Ρέικο. Και οι τέσσερις κρατούν ένα πράσινο χαρτί στο χέρι.
 
 ΦΙΝΤΕΛ: Πήρατε μια απόφαση…
ΚΑΡΛΕΣ: Τι απόφαση;
ΦΙΝΤΕΛ: Μια σημαντική απόφαση.
Θα αφήσετε τα παιδιά στη μέση του δάσους: εκεί θα έχουν μια ευκαιρία, ίσως κάποιος να τα βρει…
ΜΠΛΑΚ: Αυτό δεν το πιστεύει κανείς.
 
Διπλώνει το χαρτί και το βάζει στην τσέπη.
 
ΦΙΝΤΕΛ: Είναι νύχτα.
ΜΠΛΑΚ: Ναι, το ξέρω.
ΦΙΝΤΕΛ: Είναι νύχτα. Τα παιδιά βρίσκονται στην είσοδο ενός σκοτεινού κάστρου• φοβούνται αλλά πεινάνε, τι κάνουν;.. Μάλλον όχι, εσείς, τι θα κάνατε;
ΚΑΡΛΕΣ: Εγώ θα χτυπούσα.
ΦΙΝΤΕΛ: Ωραία, λοιπόν, χτυπάτε… Η πόρτα ανοίγει, ένα εκτυφλωτικό φως, μια σκοτεινή σιλουέτα… Είναι μια γυναίκα, μια ευγενική γυναίκα. Όταν σας βλέπει, σας δίνει φαγητό και ρούχα και σας λέει ότι σε λίγο έρχεται ο άντρας της, ένας τρομερός γίγαντας, που το αγαπημένο του φαγητό είναι «παιδάκι στιφάδο»… Συνέχισε, Τζόρντι.
ΜΠΛΑΚ: Εγώ;
ΦΙΝΤΕΛ: Ναι, συνέχισε… Το ξέρεις, ναι ή όχι;
ΜΠΛΑΚ: Το παιδί… το πιο μικρό θέλω να πω, το πιο μικρό απ’ όλα, αποφασίζει να κρυφτεί κάτω απ’ το τραπέζι…
ΦΙΝΤΕΛ: Σε πρώτο πρόσωπο. Τώρα είσαι εσύ το παιδί.
ΜΠΛΑΚ: Ξαφνικά, οι τοίχοι τρέμουν και η πόρτα ανοίγει με πάταγο. Μπαίνει ο γίγαντας• φωνάζει, μουγκρίζει, μυρίζει κάτι περίεργο…
ΦΙΝΤΕΛ: Πιο πολύ συναίσθημα.
ΜΠΛΑΚ: Μπαίνει και του τρέχουν τα σάλια. Είναι τρομακτικός. Είναι… είναι…
ΦΙΝΤΕΛ: Ρωτάει τη γυναίκα/
ΜΠΛΑΚ: Ναι, ρωτάει τη γυναίκα… τη ρωτάει… ρωτάει αλλά εκείνη κάνει πως δεν καταλαβαίνει… Του δίνει κρέας και κρασί… και τον παίρνει ο ύπνος. Το παιδί, εγώ δηλαδή, βγαίνω απ’ την κρυψώνα μου και του παίρνω τις μπότες. Αλλά τι μπότες;.. Εφτά μέτρα μπότες, ναι, του παίρνω τις μπότες, που είναι μαγικές και πετάνε.   Πέντε δρασκελιές και φτάνω στο παλάτι του βασιλιά. Κι ο βασιλιάς στέλνει στο κάστρο ολόκληρο στρατό και πιάνει τον γίγαντα. Με γεμίζει χρυσάφι και με διορίζει βασιλικό ταχυδρόμο. Τέλος.
ΚΑΡΛΕΣ: Και γιατί βασιλικό ταχυδρόμο;
ΜΠΛΑΚ: Γιατί έχω τις μπότες. Με εφτά μέτρα μπότες τα γράμματα πάντα φτάνουν στην ώρα τους. Χαζός είσαι;
ΦΙΝΤΕΛ: Λείπει το χάπι έντ!
ΜΠΛΑΚ: Ποιο χάπι έντ;
ΚΑΡΛΕΣ: Οι γονείς;..
ΦΙΝΤΕΛ: Ωραία. Πηγαίνετε, βρίσκετε τους γονείς  και τους λέτε τα καλά μαντάτα. Κι εκείνοι, μετανιωμένοι, σας αγκαλιάζουν με λαχτάρα. Και ζήσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα… Τώρα μάλιστα, τέλος.
ΜΠΛΑΚ: Σύμφωνοι, κάθε φορά όμως που ακούω αυτό το παραμύθι, αναρωτιέμαι το ίδιο πράγμα.
ΦΙΝΤΕΛ: Τι;
ΚΑΡΛΕΣ: Γιατί δεν βρίσκαμε πρώτα τους γονείς και τώρα τους βρίσκουμε αμέσως;
ΜΠΛΑΚ: Καλά, είσαι ηλίθιος.
ΦΙΝΤΕΛ: Τώρα, φανταστείτε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων.
ΚΑΡΛΕΣ: Μα δε τέλειωσε ακόμα;
ΦΙΝΤΕΛ: Γράφουν: «Ένα ζευγάρι, που πριν δύο εβδομάδες είχε εγκαταλείψει τα παιδιά του, τώρα ζητάει ξανά την επιμέλειά τους.  Όλως τυχαίως, τα παιδιά μόλις κέρδισαν το λαχείο».
ΚΑΡΛΕΣ: Να μη τους δώσουν τα παιδιά.
ΦΙΝΤΕΛ: Μα είναι οι γονείς τους.
ΚΑΡΛΕΣ: Κάτι δε κολλάει.
ΦΙΝΤΕΛ: Τι;
ΚΑΡΛΕΣ: Μόνο για τα φράγκα το κάνουν.
ΦΙΝΤΕΛ: Έχουν μετανιώσει.
ΚΑΡΛΕΣ: Δε κολλάει όμως.
ΦΙΝΤΕΛ: Ναι. Γιατί;
ΜΠΛΑΚ: Άλλο το παραμύθι κι άλλο η πραγματικότητα.
ΦΙΝΤΕΛ: Σίγουρα;.. Η μυθοπλασία μας κάνει να δούμε τα πράγματα από άλλη οπτική γωνία. Μας επιτρέπει να καταλάβουμε καλύτερα πόσο πολύπλοκος είναι ο κόσμος. Η οικογένεια ξανασμίγει και όλα είναι μια χαρά. Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; Έχουν μετανιώσει οι γονείς; Το κάνουν μόνο από συμφέρον;.. Ποιος ξέρει. Η μυθοπλασία δεν δίνει απαντήσεις, μας βοηθάει μόνο να δούμε πως τα πράγματα δεν είναι πάντα τόσο απλά. Και επιπλέον, τινάζει στον αέρα τα κλισέ πρωτοσέλιδα!
ΚΑΡΛΕΣ: Το σημειώνω αυτό.
ΜΠΛΑΚ: Η ερώτησή μου όμως/
ΦΙΝΤΕΛ: Ρέικο, το κατάλαβες;.. Θες να πεις κάτι;
Η Ρέικο, που μέχρι τώρα διάβαζε ένα πράσινο χαρτί για να μπορεί να παρακολουθήσει, χαμογελάει.
 
 ΦΙΝΤΕΛ: Λέγε… Τα κατάλαβες όλα;
ΡΕΪΚΟ: Η γυναίκα…
ΦΙΝΤΕΛ: Ποια γυναίκα;
ΡΕΪΚΟ: Η γυναίκα του γίγαντα, τι έγινε;
 Κουδούνι.
Back To Top