Ο Ουρουγουανός Σέρχιο Μπλάνκο, μια από τις πιο συναρπαστικές και προκλητικές φωνές της σύγχρονης διεθνούς θεατρικής σκηνής, έγραψε το έργο Κασσάνδρα το 2008 στην Αθήνα. Με αφετηρία τον μύθο της Κασσάνδρας, ο θεατρικός συγγραφέας γράφει έναν σπαρακτικό μονόλογο όπου η πασίγνωστη ηρωίδα από την Τροία μεταμορφώνεται σε σύγχρονη διεμφυλική μετανάστρια, μια μετανάστρια στο ίδιο της το σώμα, που αφηγείται με σπασμένα αγγλικά την ιστορία της για τη μοναξιά, την απομόνωση και την επιθυμία για κατανόηση. Το έργο ακολούθησε μια εξαιρετική πορεία και θα ανέβαινε πάνω από τριάντα φορές, ταξιδεύοντας στις πέντε ηπείρους και χαράσσοντας μια διαδρομή που θα το οδηγούσε από τους πιο εναλλακτικούς θεατρικούς χώρους μέχρι τις πιο υψηλού κύρους σκηνές, όπως το Παπικό Ανάκτορο στην Αβινιόν, το Θέατρο Κολόν στο Μπουένος Άιρες και την Εθνική Λυρική Σκηνή της Ελλάδας.
«Το κείμενό μου Κασσάνδρα ήταν ένα πραγματικό αρχαιολογικό εγχείρημα, δεδομένου ότι από την αρχή προσπάθησα να ξεθάψω τον μύθο σε μια προσπάθεια να τον κατανοήσω. Δεν επιχείρησα ποτέ να εξηγήσω το παρόν μας μέσα από τον μύθο. Ακριβώς το αντίθετο: ξεκινώντας από την εποχή μας, προσπάθησα να κατανοήσω αυτόν τον μύθο που μας μιλά με αινιγματικό τρόπο για τον έρωτα και τον θάνατο, την επιθυμία, τη βία, τον πόλεμο… Όταν άρχισα να γράφω αυτό το κείμενο στην Αθήνα, το πρώτο ερώτημα που έθεσα στον εαυτό μου καθώς περπατούσα δίπλα στην Ομόνοια ήταν: στους σκοτεινούς καιρούς που ζούμε σήμερα, τι θα μπορούσε να είναι καλύτερο από το να δώσουμε τον λόγο σε μια ξένη που, από τη δική της λαθραία θέση, χρησιμοποιεί τη γλώσσα με απόλυτη ελευθερία, χωρίς να υποτάσσεται σε γλωσσικούς, ηθικούς ή πολιτιστικούς περιορισμούς; Έτσι έφτασα να δώσω ζωή σε αυτή την Κασσάνδρα, η οποία δεν είναι πλέον αιχμάλωτη του ενός ή του άλλου είδους αλλά παίρνει την ελευθερία της στα χέρια της. Θα δείτε ότι αυτή η Κασσάνδρα δεν έχει διαβατήριο, και αυτό της επιτρέπει να διαβεί όλες τις πύλες, ακόμη και την πύλη του θανάτου. Εντέλει, η Κασσάνδρα δεν είναι αιχμάλωτη καμιάς εποχής. Ακούγοντας κανείς την Κασσάνδρα καταλαβαίνει ότι η ελευθερία που την ορίζει δεν είναι ιδανικό προς επίτευξη, αλλά μια κατασκευή που η ίδια κατάφερε να σφυρηλατήσει με τόση ομορφιά. Με τον ίδιο τρόπο που, όπως λέγεται, ο Φλωμπέρ δήλωνε πως η Μαντάμ Μποβαρύ ήταν ο ίδιος, θα ήθελα να μπορώ κι εγώ να πω: “H Κασσάνδρα είμαι εγώ”» σημειώνει ο Σέρχιο Μπλάνκο.
Η όπερα δωματίου Κασσάνδρα φέρει την υπογραφή του βραβευμένου Αργεντινού συνθέτη Πάβλο Ορτίς, καθηγητή σύνθεσης και θεωρητικών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας – Ντέιβις, με σημαντική συνεισφορά στη σύγχρονη μουσική. Η όπερα, που θα παρουσιαστεί στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ σε μουσική διεύθυνση Νίκου Βασιλείου και με τη συμμετοχή μουσικών του Ergon ensemble, είναι γραμμένη πάνω στη μοναδική φωνή της διεμφυλικής σοπράνο Μαρίας Καστίγιο ντε Λίμα, γνωστής για την πρωτοποριακή της πορεία στον χώρο της όπερας.
Ο συνθέτης σημειώνει: «Η Κασσάνδρα βλέπει ταυτόχρονα το μέλλον και το παρελθόν και ζει ένα παρόν που ενημερώνεται από αυτά τα οράματα. Η μουσική, από την άλλη, παραπέμπει σε διακριτές οπερατικές παραδόσεις και περιλαμβάνει ραπ, πρόζα και τραγούδι τύπου μπελ κάντο, σε μια κατάθεση ερμηνευτικής ισχύος που αναδεικνύει το εξαιρετικό ταλέντο της ντίβας μας. Η ενορχήστρωση είναι λιτή, με λίγα διακριτά χρώματα που πλαισιώνουν τη φωνή. Το βιμπράφωνο, τα έγχορδα και το μπάσο κλαρινέτο με κάποιες πινελιές ηλεκτρονικών παρέχουν μια περιορισμένη και συνάμα απρόσμενα ποικιλόμορφη συνοδεία. Σκοπός μου ήταν να γράψω ένα έργο προσιτό στον μέσο οπερόφιλο, που να αναδεικνύει τις μοναδικές ποιότητες της φωνής της Μαρίας και την εξαιρετική δραματική της ευελιξία. Είχα επίσης την πρόθεση να αποτυπώσω το συναισθηματικό βάθος που κρύβει το κείμενο του Σέρχιο Μπλάνκο, την απέριττη ομορφιά των σπαστών αγγλικών του και τα πολλά νοήματα που είναι ενσωματωμένα στη φαινομενικά απλοϊκή δομή του».
Μπουένος Άιρες – Αθήνα
Τη σκηνοθεσία της όπερας Κασσάνδρα συνυπογράφουν η ελληνικής καταγωγής Ντιάνα Θεοχαρίδη, που ζει και δημιουργεί στο Μπουένος Άιρες, και ο Αλέξανδρος Ευκλείδης. Οι δύο σκηνοθέτες δημιουργούν μια παράσταση για τις σύγχρονες προκλήσεις της ταυτότητας και της αποδοχής, αναδεικνύοντας την ιστορία μιας γυναίκας που έχει το χάρισμα της προφητείας αλλά είναι καταδικασμένη να μην την πιστεύει κανείς. «Η Κασσάνδρα, η καταραμένη μάντισσα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, κατέχει το χάρισμα να προβλέπει το μέλλον. Ωστόσο, όπως όλοι οι μάντεις του αρχαίου ελληνικού κόσμου, βλέπει επίσης το παρελθόν – η ενόραση του μάντη περιλαμβάνει τόσο το παρόν όσο και το απόν. Την Κασσάνδρα, που δέχθηκε το προφητικό χάρισμα, την καταράστηκε ο θεός Απόλλων να μην πιστεύει κανένας στα λόγια της. Μέσα της ενυπάρχει τόσο η τραγική μοίρα του ανθρώπου όσο και αυτή του ξένου, του πρόσφυγα και του περιθωριοποιημένου από σκοπιά κοινωνική και έμφυλη. Τραγουδά και μιλάει σε σπαστά αγγλικά, στα αγγλικά κάποιου που σχεδόν δεν γνωρίζει τη γλώσσα και που διαπνέεται από τον πόθο να γίνει κατανοητός», υπογραμμίζουν.
Από τενόρος, σοπράνο
Η οπερατική Κασσάνδρα βρήκε την ιδανική της ενσάρκωση στο πρόσωπο της Βραζιλιάνας διεμφυλικής σοπράνο Μαρίας Καστίγιο ντε Λίμα, ερμηνεύτριας με εξαιρετικά ευρύ φωνητικό εύρος. Γεννημένη στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, μετακόμισε στην Αργεντινή και ανέπτυξε την καριέρα της στη μουσική. Ξεκίνησε να τραγουδά στη φωνητική περιοχή του τενόρου αλλά, μετά τη φυλομετάβασή της, καλλιέργησε την περιοχή της σοπράνο, επιτυγχάνοντας να γίνει η πρώτη διεμφυλική καλλιτέχνις που εμφανίστηκε ως σοπράνο στη σκηνή του ιστορικού Θεάτρου Κολόν του Μπουένος Άιρες.
Η πορεία της σηματοδοτείται από την εξαιρετική φωνητική της ικανότητα και την επιμονή της, καθιστώντας την πηγή έμπνευσης για τη διεμφυλική κοινότητα. Με ταπεινή καταγωγή –ο πατέρας της ήταν οικοδόμος και η μητέρα της τραγουδούσε στην εκκλησία–, η Μαρία ξεκίνησε να μαθαίνει μουσική από μικρή ηλικία και απέκτησε το προσωνύμιο «Μικρός Μότσαρτ» λόγω των ξεχωριστών μουσικών της ικανοτήτων. Έγινε μέλος της χορωδίας του Θεάτρου Κολόν ως τενόρος το 2010 και μεταπήδησε στη σοπράνο το 2019, ένα επίτευγμα που σημάδεψε τόσο την προσωπική όσο και την επαγγελματική της πορεία. «Δεν αναπολώ το παρελθόν με πόνο. Το βλέπω ως μια περίοδο που με βοήθησε να διαμορφώσω ποια είμαι σήμερα, προσωπικά και καλλιτεχνικά», δήλωσε η ίδια σε ένα μεγάλο αφιέρωμα για το έργο της που φιλοξένησαν οι New York Times.
Στην όπερα Κασσάνδρα το σκηνικό και ο σχεδιασμός φωτισμών είναι του Γκονσάλο Κόρδοβα, ενώ τα κοστούμια της Λουσιάνας Γκούτμαν.
Συμμετέχουν μουσικοί του Ergon ensemble: Κώστας Τζέκος (μπάσο κλαρινέτο), Χαράλαμπος Ταλιαδούρος (κρουστά), Κωνσταντίνος Παναγιωτίδης (βιολί), Δημήτρης Τραυλός (βιολοντσέλο).
Διαβάστε όλο το άρθρο ΕΔΩ