skip to Main Content

Himmelweg στο Φεστιβάλ Αθηνών σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη. Της Ειρήνης Μουντράκη, στο The Greek Play Project

Θα είμαι απόλυτα ειλικρινής: το θέμα αυτό μου είναι πολύ δύσκολα διαχειρίσιμο. Η απόλυτη παράνοια, η απόλυτη έλλειψη λογικής και ανθρωπιάς, η κτηνωδία και η βαρβαρότητα των Ναζί απέναντι στους Εβραίους, και όχι μόνο, είναι κάτι που δεν το χωράει το μυαλό μου και μου προκαλεί έναν απροσδιόριστο πανικό για το που μπορεί να φτάσει η ανθρωπότητα.

Himmelweg σημαίνει «ο δρόμος για τον ουρανό». Έτσι αποκαλούσαν κυνικά οι Ναζί τη ράμπα που οδηγούσε στους θαλάμους αερίων, το «θεραπευτήριο», όταν έφταναν τα τρένα στα ξημερώματα στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Το έργο του Χουάν Μαγιόρκα (γνωστού μας από το Γράμματα αγάπης στον Στάλιν), Himmelweg (Ο δρόμος για τον ουρανό), γραμμένο το 2003, είναι ίσως το καλύτερο ισπανικό έργο που μας έχει συστήσει η εξαιρετική μεταφράστρια Μαρία Χατζηεμμανουήλ, στην οποία οι ισπανοί συγγραφείς σίγουρα θα πρέπει να της χρωστάνε ευγνωμοσύνη για την εργασία της στην πρόσληψη της σύγχρονης ισπανικής δραματουργίας στην Ελλάδα. Ένα έργο ζοφερό, βασισμένο σε ένα πραγματικό γεγονός την ύπαρξη του στρατοπέδου Τερεζίν, ενός ιδιόμορφου στρατοπέδου συγκεντρώσεως στην Τσεχία, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την Πράγα, που χρησιμοποίησαν οι Ναζί στη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου για να δείξουν προς τα έξω πως οι Εβραίοι ζούσαν σε ένα πολιτισμένο και αξιοπρεπές περιβάλλον και να διασκεδάσουν τις φήμες και την ανησυχία για τις συνθήκες κράτησης και διαβίωσης των κρατουμένων.

Το Βερολίνο κατέστρωσε ένα πραγματικά σατανικό σχέδιο, την Επιχείρηση Ωραιοποίησης, και βάλθηκε να το υλοποιήσει: επελέγη ο σκηνοθέτης-δραματουργός-διοικητής, επελέγησαν οι ηθοποιοί-κρατούμενοι, στήθηκε ένα ψεύτικο σκηνικό – μια ολόκληρη πόλη, γράφτηκε έργο, έγιναν πρόβες και περίμεναν τους επισκέπτες από τον Ερυθρό Σταυρό για να «δώσουν την παράστασή τους» και να πείσουν πως όλα είναι καλά. Όσο κράτησε αυτή η δραματική και απάνθρωπη παράσταση ηθοποιοί και θεατές, θύματα και θύτες, έδωσαν ο καθένας τον αγώνα του για να κρύψουν την πραγματικότητα. Η επιθεώρηση του στρατοπέδου, του «γκέτο-μοντέλο», στο Τερεζίν από τον εκπρόσωπο του Ερυθρού Σταυρού Μωρίς Ροσέλ έγινε τον Ιούνιο του 1944.

Η σκηνοθέτις Έλενα Καρακούλη δεν έχει πολύ μεγάλη πορεία στη σκηνοθεσία. Η τελευταία της σκηνοθεσία ήταν το 2016 με το έργο Φοβάσαι; του Άνταμ Σέιντελ, στο Θέατρο Ιλίσια Βολανάκης. Και τότε όμως είχε αποδείξει πόσο καλά μπορεί να δημιουργήσει ένα σύμπαν, να οργανώσει το υλικό της, να διηγηθεί μια ιστορία. Εδώ, με ένα τόσο δύσκολο και ευαίσθητο υλικό η Καρακούλη αποδεικνύεται εξαιρετικά ικανή και αποτελεσματική και θέτει γερές βάσεις για να περιμένουμε πολλά από αυτήν στο εγγύς – ελπίζουμε – μέλλον. Ισορροπεί την κτηνωδία με το χιούμορ και επιλέγει ευφυώς έναν καθαρό και καθόλου πομπώδη, μελλοδραματικό ή εξυπνακίστικο τρόπο για να αφηγηθεί την ιστορία. Στοχεύει διπλά, στο μυαλό και στη ψυχή, με τρόπο άμεσο και ευθύ αποφεύγοντας παρακάμψεις εντυπωσιασμού. Μια συγκροτημένη και μελετημένη προσέγγιση που ορθώς δεν εστιάζει στο παρελθόν αλλά στην ανάδειξη της αναγκαιότητας να βλέπουμε κάτω από το προφανές σε κάθε στιγμή, να μην εθελοτυφλούμε από φόβο για το τι κρύβεται και το πώς θα μας επηρεάσει.

Πολλά βέβαια οφείλονται και στο ερμηνευτικό δίδυμο της παράστασης Νίκο Ψαρρά και Δημήτρη Παπανικολάου χωρίς να θέλω να αδικήσω τον Θανάση Δήμου. Ο διοικητής του στρατοπέδου Κάρλ Ράμ (Νίκος Ψαρράς) σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί σε αύτό το ψέμα που πρέπει να μοιάζει αληθινό για να πειστούν οι επισκέπτες. Αλλαζόνας, αδίστακτος πίσω από τη δύναμη που του προσφέρει το Βερολίνο, μου έφερε στον νου τον Νέρωνα όταν ανάγκαζε τους αυλικούς του να παίζουν θέατρο, διοργάνωνε δραματικούς αγώνες προς τιμήν του και τους υποχρέωνε να του δίνουν το βραβείο – δεν είχαν φυσικά καμία επιλογή αφού η ανυπακοή σήμαινε ακόμη και τον θάνατό τους. Η παράνοια που ντύνεται τον μανδύα της τέχνης και της μόρφωσης θέλοντας να πείσει για τη λογική της αλλά και την ορθότητά της. Ο Ψαρράς είναι ένας σπουδαίος ηθοποιός σε μια σπουδαία του στιγμή – που φυσικά έχει πίσω της πολλή δουλειά και πολλούς αγώνες. Σίγουρος, με εντυπωσιακή άνεση και αμεσότητα, σε μια ερμηνεία κυριολεκτικά καθηλωτική.

Δίπλα του, ισάξια και εντυπωσιακά, ο Δημήτρης Παπανικολάου στον ρόλο του Εβραίου Γκότφριντ που γίνεται ο επίλεκτος του Διοικητή (επειδή παρατήρησαν ότι οι Εβραίοι τον σέβονταν) για να μεταφέρει στους Εβραίους αυτό που θέλουν να γίνει, να τους πείθει και να τους κάνει να αισθάνονται αυτά που οι Γερμανοί υποβάλλουν και επιβάλλουν, ένας διερμηνέας αισθημάτων. Μεστός ηθοποιός, με εξαίρετη τεχνική κρατάει αυτόν τον δύσκολο ρόλο του ανθρώπου που προσπαθεί να μη λυγίσει όταν το βάρος ολόκληρου του κόσμου πέφτει επάνω του. Φοβισμένος και γενναίος ταυτόχρονα, απελπισμένος αλλά όχι λιγόψυχος παλεύει για την επιβίωση τη δική του, του παιδιού του, του λαού του: όλα αποτυπωμένα στο σώμα του, στη στάση του, στον τρόπο που υπάρχει επί σκηνής.

Ο Θανάσης Δήμου είναι ο απεσταλμένος του Ερυθρού Σταυρού που έρχεται να καταγράψει το τι συμβαίνει στα στρατόπεδα και να ενημερώσει τον κόσμο. Συγκρατημένα συγκινητικός και με βαθιά αγωνία, ερμηνεύει τον άνθρωπο που επιστρέφει καθημερινά με τη μνήμη του σε αυτό που έζησε, με ενοχές για όσα δεν είδε, με αμφιβολία για όσα είδε. Μια ωραία, υποβλητική ερμηνεία.

Πρέπει να αναφέρω και το μαγικό τραγούδι της μικρής Έλλης Παπανικολάου στο φινάλε της παράστασης που έρχεται να συγκεράσει την αθωότητα, την απελπισία, την ψευτιά και την αγωνία των ανθρώπινων ψυχών. Με μικρά περάσματα στον ρόλο των προσποιούμενων ερωτευμένων η Μελισσάνθη Ρεγκούκου και ο Ηλίας Ανδρέου.

Η Εύα Νάθενα και η εικαστική της σύλληψη για την πορεία του θεατή είναι εξαιρετική.  Πριν μπεις στο θέατρο κούνιες, φυτά, ένα ειδυλιακό περιβάλλον ξεγνοιασιάς. Στη σκηνής μοιάζει το έδαφος να είναι χώμα με ίχνη γρασιδιού: η γη πρασινίζει ή ξεραίνεται; Και βαλίτσες, σωριασμένες όπως στοιβάζονται οι άνθρωποι, ανώνυμες και αταυτοποίητες, άλλοτε μπαίνουν στη σειρά για να ξαναγίνουν σωρός. Η έξοδος των θεατών οδηγεί στα ντοκουμέντα της ιστορίας που μόλις είδαμε με την επιμέλεια της Αλέγιας Παπαγεωργίου. Έρχεται για να υπογραμμίσει τη σημασία του να θυμόμαστε και να κρατάμε τη μνήμη ζωντανή. Έτσι στήνεται ιδανικά η πορεία μας: από την ψευδαίσθηση του προθαλάμου με τις κούνιες και τη ξεγνοιασιά, στην πραγματικότητα που θέλουν/θέλουμε να αντιλαμβανόμαστε και στην ανάγκη τέλος να γνωρίζουμε και να κρίνουμε.

Εξαιρετική είναι και η χρήση των βίντεο του Άγγελου Παπαδόπουλου ως αναπόσπαστο οργανικό κομμάτι της παράστασης: από τη μία σκηνές από τις πρόβες των Εβραίων και από την άλλη πραγματικό υλικό, ντοκουμέντα από τη ζωή στο στρατόπεδο Τερεζίν και από την ταινία «Ο Φύρερ χαρίζει μια πόλη στους Εβραίους».

Μνεία αξίζει και στην πρωτότυπη μουσική της ταλαντούχας με ό,τι και αν καταπιάνεται Violet Louise. Την κίνηση υπογράφει η Φαίδρα Σούτου και τους φωτισμούς ο Νίκος Βλασόπουλος.

Πρόκειται για μια εξαιρετική παράσταση που πρέπει οπωσδήποτε να βρει τον δρόμο της προς τη σκηνή και την επόμενη περίοδο. Είναι πραγματικά κρίμα οι δουλειές του Φεστιβάλ να ανεβαίνουν για έναν ελάχιστο αριθμό παραστάσεων και μετά να χάνονται. Ειδικά όταν πρόκειται για τόσο καλές δουλειές που πρέπει να τις δει ο κόσμος και για λόγους καλλιτεχνικούς αλλά και για λόγους μνήμης, αφύπνισης και κριτικής.

 

Back To Top