skip to Main Content
miguel_de_cervantesΓεννήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου του 1547 στο Αλκαλά δε Ενάρες (Αlcala de Henares), πόλη  της Κεντρικής Ισπανίας στην επαρχία της Μαδρίτης. Ήταν ο τέταρτος γιος του χειρουργού Ροδρίγο δε Θερβάντες και της Λεονόρ δε Κορτίνας. Λίγες είναι οι τεκμηριωμένες πληροφορίες που έχουμε για τα παιδικά του χρόνια.
Το 1551 η οικογένεια Θερβάντες εγκαταστάθηκε στο Βαγιαδολίδ, το 1561 στη Μαδρίτη, το 1564-5 διέμεινε στη Σεβίλλη για να επιστρέψει τελικά στη Μαδρίτη το 1565. Οι συχνές μετακινήσεις και τα όχι ιδιαίτερα ανθηρά οικονομικά της οικογένειας Θερβάντες ήταν μάλλον ο λόγος που ο συγγραφέας του Δον Κιχώτη δεν έκανε συστηματικές (σήμερα θα τις λέγαμε πανεπιστημιακές) σπουδές. Είναι γνωστό ότι φοίτησε για ένα διάστημα σε κάποιο κολέγιο Ιησουιτών, αλλά δε γνωρίζουμε με βεβαιότητα την πόλη στην οποία βρισκόταν αυτό (πιθανόν το Βαγιαδολίδ). Στη Μαδρίτη υπήρξε σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις δάσκαλός του ο Χουάν Λόπεθ δε Όγιος, διακεκριμένος λόγιος της εποχής του.
Σε ηλικία 20 ετών πήγε στη Ρώμη και μπήκε στην υπηρεσία του κόμη Ακουαβίβα ως καμαριέρης, όπως αναφέρει ο ίδιος στην αφιέρωση του έργου του Γαλάτεια. Αφού ταξίδεψε σε όλη την  Ιταλία, κατατάχτηκε στην ισπανική Ανίκητη Αρμάδα και το 1571 πολέμησε ηρωϊκά στη ναυμαχία της Ναυπάκτου (ήταν άρρωστος με υψηλό πυρετό, δε δέχτηκε ωστόσο να εξαιρεθεί και τέθηκε επικεφαλής 12 ανδρών). Τραυματίστηκε στο στήθος και στο αριστερό χέρι, που τελικά έχασε.
Όμως η ατυχία του αυτή δεν ήταν η τελευταία: καθώς επέστρεφε στην Ισπανία τον Σεπτέμβριο του 1575, ύστερα από διάφορες στρατιωτικές επιχειρήσεις στις οποίες συμμετείχε [εκστρατεία της Κέρκυρας, πολιορκία του Ναυαρίνου (Ιούλιος-Αύγουστος 1572) και κατάληψη της Τύνιδας (Οκτώβριος του 1573 )], το καράβι που τον μετέφερε μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Ροδρίγο, έπεσε στα χέρια πειρατών που τους αιχμαλώτισαν και τους μετέφεραν στο Αλγέρι. Τις αναμνήσεις του από την αιχμαλωσία απηχεί το θεατρικό του έργο Οι συμφωνίες του Αλγερίου που «έχει ισχύ ντοκουμέντου», σύμφωνα με τον ιστορικό του ισπανικού θεάτρου του Χρυσού Αιώνα  Ιγνάθιο Αρεγιάνο. Πέντε χρόνια έμεινε αιχμάλωτος στο Αλγέρι. Τελικά, τον Σεπτέμβριο του 1580 κάποιοι μοναχοί τού τάγματος της Αγίας Τριάδας πλήρωσαν το ποσό που χρειαζόταν για την απελευθέρωσή του και έτσι επέστρεψε στην Ισπανία .
Και στην πατρίδα του όμως τα πράγματα δεν ήταν όπως τα περίμενε. Η οικογένειά του είχε καταστραφεί οικονομικά. Το κράτος τον αντιμετώπισε με αδιαφορία. Έτσι ο μόνος δρόμος που του έμενε και πάλι, ήταν αυτός που μέχρι τότε είχε βαδίσει: κατατάχτηκε πάλι στον στρατό και πήγε στην κατεχόμενη από τους Ισπανούς Πορτογαλία, έλαβε μάλιστα μέρος και στην πολιορκία των Αζορών. Tο 1584, σε ηλικία 37 ετών, παντρεύεται στο Τολέδο την 19χρονη Καταλίνα δε Σαλάθαρ υ Παλάθιο. Αποφασίζει να αφοσιωθεί στα γράμματα μετά τον απογοητευτικό τερματισμό της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας και δημοσιεύει το 1585 την νουβέλα του Γαλάτεια, εμπνευσμένη από τη σύζυγό του Καταλίνα, που στάθηκε και ο μεγάλος έρωτας της ζωής του.  Παράλληλα προσπαθεί (χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία) να καθιερωθεί ως θεατρικός συγγραφέας.
Η κακή οικονομική του κατάσταση τον οδηγεί στη Σεβίλλη (1587) όπου διορίζεται υπεύθυνος ανεφοδιασμού και εισπράκτορας φόρων για την Ανίκητη Αρμάδα. Κατηγορείται όμως για παραλείψεις στους λογαριασμούς του και καταλήγει στη φυλακή. Ταυτόχρονα σχεδόν η εκκλησία τον αφορίζει λόγω της άρνησής του να καταβάλει τους εκκλησιαστικούς φόρους που απαιτούνταν. Το 1590 κάνει αίτηση για διορισμό σε μια από τις τέσσερις θέσεις που ήταν κενές στις Δυτικές Ινδίες. Η αίτηση απορρίπτεται κι έτσι αναγκάζεται να συνεχίσει να εργάζεται ως φροντιστής στη Σεβίλλη. Η ήδη κακή οικονομική του κατάσταση γίνεται οικτρή το 1592, με αποτέλεσμα να καταφύγει σε μια λύση απελπισίας: υπογράφει συμφωνία με τον θεατρικό επιχειρηματία Ροδρίγο Οσόριο να του παραδώσει 6 θεατρικά έργα για τα οποία θα αμοιβόταν με 300 σκούδα συνολικά, αν κατά την παράσταση αποδεικνυόταν πως ήταν τα καλύτερα της Ισπανίας! Το τέλος της ιστορίας αυτής γράφτηκε στη φυλακή του Κάστρο δελ Ρίο που κλείστηκε ο Θερβάντες για αθέτηση της συμφωνίας με τον Οσόριο : δεν έγραψε τελικά κανένα έργο!
Νέες οικονομικές περιπέτειες το 1594 που κατέληξαν και πάλι σε φυλάκιση, τον οδήγησαν στα όρια σχεδόν της εξαθλίωσης: είναι αποδεδειγμένο ιστορικά ότι δανειζόταν χρήματα για να αγοράζει τρόφιμα και ρούχα. Ωστόσο οι περιπέτειες αυτές, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, είχαν μακροπρόθεσμα και θετικά αποτελέσματα για τον Θερβάντες: οι εμπειρίες ζωής που απόκτησε έγιναν γόνιμος σπόρος για τα μεταγενέστερα έργα του, κυρίως τα μυθιστορήματα. Υπάρχουν επίσης βάσιμες ενδείξεις ότι μεγάλο μέρος του Δον Κιχώτη γράφτηκε στη φυλακή της Σεβίλλης.
Το 1603 επιστρέφει πια οριστικά κοντά στην οικογένειά του στο Βαγιαδολίδ και καταφέρνει να κερδίσει την υποστήριξη του δούκα του Μπεχάρ. Σε αυτόν αφιερώνει τον Δον Κιχώτη, το πρώτο μέρος του οποίου δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 1605 στη Μαδρίτη. Το βιβλίο γνώρισε αμέσως μεγάλη επιτυχία, όχι για τις βαθιές φιλοσοφικές του αναζητήσεις (που εκτιμήθηκαν μετά από 3 αιώνες!) αλλά για την ψυχαγωγική του αξία. Ο σκοπός του συγγραφέα ήταν αρχικά να παρωδήσει τα χρεωκοπημένα πια ιπποτικά μυθιστορήματα που υπνώτιζαν τους αναγνώστες κάθε κοινωνικής τάξης, αλλά το βιβλίο κατατάχτηκε στα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας για τον φιλοσοφικό σχολιασμό του πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη. Η πραγματικότητα παρουσιάζεται σε δυο επίπεδα: το επίπεδο της «ποιητικής αλήθειας» του Δον Κιχώτη και της «ιστορικής αλήθειας» που εκπροσωπεί ο υπηρέτης του Σάντσο Πάντσα. Ο Θερβάντες κατορθώνει να ξεπεράσει τη στατική χαρακτηρολογία που επικρατούσε ως τότε στα μυθιστορήματα και να θεμελιώσει τον ψυχολογικό ρεαλισμό, μέσα από τη διαλεκτική της αλληλεπίδρασης των δύο αυτών χαρακτήρων.
Ο θρίαμβος του Δον Κιχώτη απέδωσε ασήμαντα οικονομικά κέρδη στον συγγραφέα του. Λίγο μετά την έκδοση του βιβλίου δανείστηκε 450 ρεάλια από τον τυπογράφο! Τον Ιούνιο του 1605 οδηγείται στη φυλακή μαζί με όλη του την οικογένεια, λόγω μιας μονομαχίας ευγενών που έγινε έξω από το σπίτι τους: περιέθαλψαν τον τραυματισμένο δον Χουάν δε Εσπελέτα ο οποίος όμως τελικά πέθανε και η οικογένεια του Θερβάντες θεωρήθηκε ύποπτη για τη δολοφονία του. Ύστερα από το περιστατικό αυτό και τη σύντομη φυλάκιση, ο Θερβάντες «εξαφανίζεται» για 3 χρόνια. Τον συναντάμε πάλι στη Μαδρίτη το 1608, πάλι μπλεγμένο σε οικονομικά ζητήματα που αφορούσαν την κόρη του και τον δεύτερο σύζυγό της. Το 1610  γίνεται αντιβασιλιάς της Νάπολης (ισπανικής τότε κτήσης) ο κόμης Λέμος, γνωστός για το μεγάλο ενδιαφέρον του προς τους πνευματικούς ανθρώπους. Ο Θερβάντες σκέπτεται να πάει στη Νάπολη ελπίζοντας ότι θα διοριστεί στην αυλή του αντιβασιλιά. Το σχέδιο αυτό δεν πραγματοποιείται τελικά, αλλά αφιερώνει στον κόμη Λέμος τις Yποδειγματικές νουβέλες που κυκλοφορούν το 1613, καθώς και το δεύτερο μέρος του Δον Κιχώτη, που κυκλοφορεί το 1615, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη γενναιόδωρη υποστήριξη που του παρέσχε ο κόμης τα τελευταία χρόνια.
Έχουμε περάσει στην πιο δημιουργική συγγραφική του περίοδο: στα 1614, ανάμεσα στα δύο προαναφερθέντα έργα, τυπώνεται το Ταξίδι στον Παρνασσό, ένα κωμικό ποίημα γύρω από τους συγχρόνους του ποιητές, τους οποίους παρουσιάζει να ταξιδεύουν στην Ελλάδα για να βοηθήσουν τον Απόλλωνα στον αγώνα του εναντίον αδέξιων στιχοπλόκων. Το 1615 δημοσιεύει το Οκτώ δράματα και οκτώ ιντερμέδια, στον πρόλογο του οποίου εξηγεί ότι πρόκειται για παλαιότερα θεατρικά έργα του, τα οποία δε μπόρεσε να δει στη σκηνή (την εποχή εκείνη πρώτα παίζονταν τα έργα και ύστερα τυπώνονταν, γράφονταν δηλαδή πρωτίστως για να παρασταθούν) και έτσι αποφάσισε να δεχθεί την πρόταση ενός βιβλιοπώλη να τα τυπώσει. Δεν πρόλαβε όμως να τυπώσει το τελευταίο έργο του Τα κατορθώματα του Περσίλες και της Σιγισμούνδα που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του. Πέθανε στις 23 Απριλίου του 1616, την ίδια μέρα με τον Σαίξπηρ, όπως τουλάχιστον αναφέρει η παράδοση!
Η παρουσία του Θερβάντες στα γράμματα φέρνει στον νου τη ρήση του Ελβετού φιλόσοφου Παράκελσου: «όποιος νομίζει ότι όλα τα φρούτα ωριμάζουν γρήγορα, όπως οι φράουλες, δεν ξέρει τίποτα για τα σταφύλια». Γιατί ο συγγραφέας του Δον Κιχώτη (όπως και ο δικός μας μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης), έδωσε τα καλύτερα έργα του σε μεγάλη ηλικία. Το πρώτο μέρος του Δον Κιχώτη το έγραψε στα 58, σε μια ηλικία που άλλοι συγγραφείς έχουν ήδη προ πολλού δώσει ό,τι σημαντικό είχαν να προσφέρουν. Κι έγινε παγκοσμίως γνωστός για το μυθιστόρημά του, ενώ πάσχιζε σε όλη του τη ζωή να καθιερωθεί ως ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Ο Zimic στο έργο του Το θέατρο του Θερβάντες σημειώνει: «χωρίς να υποτιμάμε το καταλυτικό αποτέλεσμα που είχε η παρουσία του Λόπε δε Βέγα στο θέατρο του ισπανικού Χρυσού Αιώνα, πρέπει να θυμηθούμε ότι η θεατρική επιτυχία των έργων του Θερβάντες δεν ήταν ποτέ εξαιρετική, ούτε πριν , ούτε μετά τον θρίαμβο της νέας δραματουργίας (του Λόπε)». Και συμπληρώνει: «Με την ανάγνωση αποκαλύπτονται τα δραματικά έργα του Θερβάντες, σαν ένας τολμηρός, επαναστατικός θεατρικός πειραματισμός, ο οποίος […] αποτελεί ένα συναρπαστικό κεφάλαιο μελέτης, απαραίτητης για τη γνώση σε βάθος όχι μόνο του Θερβάντες, αλλά και του ισπανικού πολιτισμού τού Χρυσού Αιώνα». Ωστόσο, αξίζει να αναφέρουμε την εμμονή του Θερβάντες για τις οπτικές διαστάσεις του θεάτρου του, τη σχολαστικότητα με την οποία συντάσσει τις σκηνοθετικές σημειώσεις, την τελειομανία του για το βεστιάριο. Ο Θερβάντες καλλιεργεί «ένα θέατρο ολικό, που απαιτεί τη βοήθεια της μουσικής, του τραγουδιού, του χορού και της φαντασίας», όπως υπογραμμίζει ένας άλλος μελετητής του, ο Francisco Nieva.
Δεν είναι γνωστός ο ακριβής αριθμός των δραμάτων που συνέθεσε ο Θερβάντες. Σώζονται τα οκτώ δράματα και οκτώ μονόπρακτα που δημοσίευσε το 1615 και άλλα δύο έργα, Οι συμφωνίες του Αλγερίου και η τραγωδία Η πολιορκία της Νουμάνθιατην οποία ο ιστορικός του ισπανικού θεάτρου Ρουίθ Ραμόν θεωρεί ως «την καλύτερη τραγωδία του 16ου αιώνα και μια από τις καλύτερες του ισπανικού θεάτρου» και για την οποία έχουν εκφράσει τον θαυμασμό τους σπουδαίοι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών γραμμάτων, όπως οι Γκαίτε, Σέλλεϋ, Σοπενάουερ. Το έργο δραματοποιεί την πολιορκία της ισπανικής πόλης Νουμαντία (σήμερα Νουμάνθια) από τους Ρωμαίους του Σκιπίωνα Αιμιλιανού (134-133 π.Χ), της οποίας οι κάτοικοι αντιστάθηκαν ηρωικά για δυο χρόνια περίπου και τελικά προτίμησαν να πεθάνουν παρά να παραδοθούν. Η δομή του είναι περίπλοκη, με τη συμμετοχή αλληγορικών μορφών, όπως ο Πόλεμος, η Πείνα, η Αρρώστια, ο ποταμός  Ντουέρο, η Ισπανία. Αυτές οι «ηθικές μορφές» (τις οποίες ο Θερβάντες δηλώνει ότι έχει εισαγάγει στο θέατρο) έχουν μια λειτουργία παρόμοια με του χορού της ελληνικής τραγωδίας, επισημαίνει ο Ιγνάθιο Αρεγιάνο: υπογραμμίζουν τις πιο συγκινησιακές στιγμές ή σχολιάζουν το νόημα της δράσης.
Από τα υπόλοιπα πολύπρακτα θεατρικά έργα του ξεχωρίζει το Πέδρο, ο ανακατωσούρας με οργανωμένη δράση και έναν πρωτεϊκό πρωταγωνιστή, λαϊκής έμπνευσης ως προς το όνομα και  την προσωπικότητα. Ο Πέδρο  -που είναι τσιγγάνος- γίνεται στο τέλος ηθοποιός, δίνοντας έτσι στον Θερβάντες την ευκαιρία να περιγράψει τα προσόντα τού –κατά τη γνώμη του- ιδανικού ηθοποιού:
Του ηθοποιού τα ξέρω τα προσόντα,
όσα  τεχνίτη αληθινό τον κάνουν.
Είναι πολλά και δε θα τα’λεγα τυχόντα:
μνήμη σπουδαία είναι το πρώτο*
ευφράδεια μοναδική το δεύτερο*
πλούσιο βεστιάριο το τρίτο*
τη μέση τη χοντρή δε συγχωρώ
αν παρασταίνει τον ωραίο νεαρό.
Χειρονομίες προσποιητές δεν του ταιριάζουν,
ούτε με στόμφο πρέπει να απαγγέλει
αλλά οι κινήσεις φυσικές να μοιάζουν
……………………………………………………..
οι θεατές του να συμπάσχουν
με ό,τι ο ίδιος δείχνει να’χει νιώσει
αυτό αν θα το κατορθώσει,
έξοχος θα’ναι ηθοποιός
την τέχνη του δε θα προδώσει.
Τα υπόλοιπα σωζόμενα πολύπρακτα έργα του (Ο γενναίος ισπανός, Η μεγάλη σουλτάνα, Τα λουτρά του Αλγερίου,Το σπίτι της ζήλειας και τα δάση των Αρδεννών, Η διασκεδαστική, Ο λαβύρινθος της αγάπης, Ο τυχερός αλήτης κ.ά) δείχνουν – σύμφωνα με τον Ιγνάθιο Αρεγιάνο – ότι ο Θερβάντες «συνθέτει ένα θέατρο που μένει στο περιθώριο της μεγάλης δραματικής ανάπτυξης του Χρυσού Αιώνα, ένα πείραμα που ένας άλλος σύγχρονος δραματουργός, ο Φρανθίσκο Νιέβα, το χαρακτηρίζει ως “υπέροχη απογοήτευση”».
Αν όμως η αξία των πολύπρακτων θεατρικών έργων του αμφισβητείται, δε συμβαίνει το ίδιο με τα μονόπρακτά του (εντρεμέσες), που θεωρούνται ομόφωνα από τους ειδικούς ως πραγματικά αριστουργήματα.Αναφέρουμε ενδεικτικά τα: Ο δικαστής των διαζυγίων, Ο γερο ζηλιάρης, Η σκηνή των θαυμάτων (και τα τρία σε ελληνική  μετάφραση Μαρίας Χατζηεμμανουήλ), Η σπηλιά της Σαλαμάνκα κ.ά
Ο Δον Κιχώτης είναι ένα από τα πιο πολυμεταφρασμένα έργα όλων των εποχών. Ο Θερβάντες βέβαια ταυτίζεται στη συνείδησή μας με το μυθιστόρημα που τον ανέδειξε σε μορφή παγκόσμιας λογοτεχνικής εμβέλειας. Όμως Θερβάντες δεν είναι μόνο ο Δον Κιχώτης. Το πολύμορφο και πολυσήμαντο έργο του, κυρίως το θέατρό του, είναι σχεδόν άγνωστο στη χώρα μας, η αδικία όμως αυτή ελπίζουμε σύντομα να σταματήσει.
Back To Top