του Ζουζέπ Μαρία Μπενέτ ι Ζουρνέτ
Το έργο έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Στούντιο Μαυρομιχάλη στις 18 Φεβρουαρίου 2013 με πρωταγωνιστές τον Χρήστο Σαπουντζή και τηνΚατερίνα Χατζηκυριάκου. Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μαλισσόβας
Το τελευταίο έργο του “Πατέρα” του σύγχρονου καταλανικού θεάτρου, συμπληρώνει την τριλογία που άρχισε με το “Υπόγειο”(2007) και συνεχίστηκε με το “Δυο γυναίκες χορεύουν” (2010).
Ένας καθηγητής Πανεπιστημίου και γνωστός συγγραφέας, εισβάλλει απρόσκλητος στη διάρκεια μιας καταιγίδας στο σπίτι μιας φοιτήτριάς του, της οποίας επιβλέπει την πτυχιακή εργασία. Η κοπέλα νομίζει ότι ξέρει τον λόγο αυτής της απροσδόκητης επίσκεψης: θέλει να την επιπλήξει γιατί κατέκρινε δημόσια το τελευταίο μυθιστόρημά του. Φοβάται πως αυτό το άστοχο σχόλιο θα έχει ολέθριες επιπτώσεις στην κρίση της πτυχιακής της εργασίας. Ο καθηγητής όμως δε δίνει καμιά σημασία σ’ αυτό, επιπλέον φαίνεται πολύ βιαστικός και αγχωμένος, θέλει να της πει για ποιους λόγους στ’ αλήθεια ήρθε, αλλά δεν ξέρει πώς να το κάνει, ώστε να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Γιατί αυτά που θα της πει, θα αλλάξουν τη ζωή της για πάντα.
Απόσπασμα του έργου
ΑΝΤΡΑΣ: Είναι απλό, πολύ απλό, αλλά γίνεται… γίνεται περίπλοκο. Όχι περίπλοκο, δεν είναι αυτή η κατάλληλη… έκφραση. Δεν ξέρω τον τρόπο.. (Πολύ σύντομη παύση.) Υπάρχει όμως, όσο κι αν δυσκολευτείς να το δεχτείς… Υπάρχει πάντα κάτι άλλο που σε βάθος χρόνου, όχι τώρα αμέσως, θα σε βοηθήσει να συνεχίσεις. Και όσο περνάει ο καιρός… Όσο περνάνε τα χρόνια θέλω να πω… (Παύση.) Θα ήθελα, τελικά, σε βάθος χρόνου, αυτό που θα μείνει χαραγμένο στο μυαλό σου να είναι ο τρόπος…, ένας τρόπος να δέχεσαι τις αλλαγές της ζωής, τα απρόοπτα της ζωής. Για μένα είναι διαφορετικά, τουλάχιστον εσύ όμως… Και μη με κοιτάς με αυτό το βλέμμα. (Παύση.)
ΚΟΠΕΛΑ: Με εκνευρίζετε πολύ. Γιατί υποκρίνεστε, φυσικά, έστω κι αν κάνετε τον καλό.
ΑΝΤΡΑΣ: Σε παρακαλώ, μίλα μου στον ενικό.
ΚΟΠΕΛΑ: Είστε ο καθηγητής μου, ο επιβλέπων της πτυχιακής μου.
ΑΝΤΡΑΣ: Σε άλλους καθηγητές μιλάς στον ενικό. Σήμερα όλοι οι φοιτητές μας μιλάνε στον ενικό. Τόσο γέρο με βλέπεις;
ΚΟΠΕΛΑ: Δεν είμαι μια οποιαδήποτε φοιτήτρια, δεν ήθελα να σκεφτείτε πως…
ΑΝΤΡΑΣ: Αυτό που σκέφτομαι είναι πως εσύ κι εγώ μοιραζόμαστε… Κατά κάποιον τρόπο… Περισσότερα από μια ερευνητική εργασία.
ΚΟΠΕΛΑ: Α, καταλαβαίνω, μάλιστα. Ευχαριστώ. Θέλω να πω… Είναι μια αλλαγή το να θέλετε να το αναγνωρίσετε. Και μόνο γι’ αυτό. Αλλά…
ΑΝΤΡΑΣ: Αλλά θέλεις να κρατήσεις τις αποστάσεις.
ΚΟΠΕΛΑ: Δεν είναι αποστάσεις. Είναι… Μήπως… Για να μη φανεί πως παίρνω αέρα. Δε θέλω. Δεν μπορώ. Όπως θέλετε όμως, όπως θέλεις· εντάξει, θα σου μιλάω στον ενικό. Τώρα, εντάξει, μπορεί να μη σας νοιάζει.
ΑΝΤΡΑΣ: Ναι, τώρα δε με νοιάζει. Ξέρεις κάτι; Σήμερα, ειδικά, θα ‘θελα να ήμουν πιο γέρος από ό,τι είμαι.
ΚΟΠΕΛΑ: Δεν είσαι και τόσο γέρος.
ΑΝΤΡΑΣ: …πολύ πιο γέρος απ’ ό,τι είμαι.
ΚΟΠΕΛΑ: (Παύση.) Και δε θες να μιλήσεις για την εργασία μου. Ούτε για το άστοχο σχόλιό μου. Το σχόλιο με το μυθιστόρημά σου. Και θα ήθελες να ήσουν πιο γέρος. Τι μου λες; Δεν μπαίνεις στο θέμα, είτε είναι αλήθεια είτε δεν είναι όλα αυτά που λες. Γιατί δεν μπαίνεις στο θέμα;
ΑΝΤΡΑΣ: Δεν ξέρω πώς να το κάνω. Δεν ξέρω πώς…, πώς να το εκφράσω.
ΚΟΠΕΛΑ: Μένουν τέσσερις μέρες για να παρουσιάσω την εργασία μου. Χτες το βράδυ δεν κοιμήθηκα σχεδόν καθόλου.
ΑΝΤΡΑΣ: Είδες κανέναν εφιάλτη;
ΚΟΠΕΛΑ: Θα ‘πρεπε να δω;
ΑΝΤΡΑΣ: Όχι. Κι εγώ κοιμήθηκα πολύ καλά.
ΚΟΠΕΛΑ: Δεν κοιμήθηκα καλά, τώρα το είπα. Δεν κοιμήθηκα καλά. Φοβόμουν. Είχα μιλήσει άσχημα για σένα, είχα κοροϊδέψει το μυθιστόρημά σου. Μπροστά σε όλους. Αλλά… Δεν το λέω για να δικαιολογηθώ. Δεν… Μπορεί να μη γέλασα μαζί σου ακριβώς για το μυθιστόρημα. Ίσως το έκανα γιατί κι εσύ, από την πλευρά σου, άσε με να το βγάλω από μέσα μου…, είχες πει πως εγώ κι εκείνος δεν ταιριάζαμε, πως με πολλή τύχη η σχέση μας θα κρατούσε για λίγο.
ΑΝΤΡΑΣ: Ναι, ας μιλήσουμε πολλή ώρα ακόμα. (Παύση.) Έχεις τελειώσει την πτυχιακή σου. Έχεις προετοιμαστεί για να την παρουσιάσεις. Σε τέσσερις μέρες θα τη διαβάσεις στην επιτροπή. Έστω κι αν σου είναι δύσκολο. Έστω κι αν δε θέλεις. Θα σε αναγκάσω εγώ να το κάνεις και δε θα μπορείς να πεις όχι. Ωραία. Μετά όμως τα πράγματα θα αλλάξουν. Δε φαντάζομαι να πας να μπλέξεις σε κανένα διδακτορικό. Δε θέλω να το κάνεις. Δεν το χρειάζεσαι.
Παύση.
ΚΟΠΕΛΑ: Τι;
ΑΝΤΡΑΣ: Μην το κάνεις. (Παύση.) Δε θα το κάνεις. (Παύση.) Δε θα έχεις τη διάθεση.
ΚΟΠΕΛΑ: Τι συμβαίνει;
ΑΝΤΡΑΣ: Μπορείς όμως να κάνεις άλλα πράγματα, πιο ενδιαφέροντα από ένα διδακτορικό.
ΚΟΠΕΛΑ: Ναι, φυσικά. Ίσως. (Παύση) Θα κάνω διδακτορικό.
Ο ΑΝΤΡΑΣ συμβουλεύεται το ρολόι του.
ΑΝΤΡΑΣ: Μπορείς να μου δώσεις λίγο νερό;
ΚΟΠΕΛΑ: Τι άλλο δεν έκανα καλά;
ΑΝΤΡΑΣ: Τίποτα. Πρέπει να σου πω κάτι δυσάρεστο.
ΚΟΠΕΛΑ: Κι άλλο; Όλο δυσάρεστα μου λες.
ΑΝΤΡΑΣ: Ας αρχίσουμε με τα ευχάριστα. Είναι προτιμότερο γιατί θέλω να με ακούσεις. Α, και το εννοούσα, χρειάζομαι ένα ποτήρι νερό.
Παύση.
ΚΟΠΕΛΑ: Νερό θα είναι, αναγκαστικά. Ούτε έναν καφέ δεν μπορώ να σου προσφέρω. Δεν έχω. Δεν έχω καφέ, δεν έχω μπίρα, δεν έχω οινοπνευματώδη, ούτε κόκα-κόλα ή…, ούτε χυμό πορτοκάλι.
ΑΝΤΡΑΣ: Πάψε. Νερό. Έχει ξεραθεί το στόμα μου.
ΚΟΠΕΛΑ: Έχω τρεις μέρες να βγω απ’ το σπίτι. Δεν έχω δει κανέναν. Κανένα, καταλαβαίνεις; Δουλεύω ασταμάτητα. Μόνο σήμερα, εντάξει, επειδή ένιωθα πολύ άσχημα για το λάθος μου κι επειδή πια δεν ήθελα να πειράξω τίποτα στην εργασία μου… Να προετοιμάσω καλύτερα την ομιλία μου, μάλιστα· αυτό, μάλιστα, αλλά… Συγγνώμη. Σήμερα, σε λίγο… Γιατί δε φεύγεις;
ΑΝΤΡΑΣ: Σου ζήτησα…
ΚΟΠΕΛΑ: Ναι. Δεν έχω τίποτα. Μόνο νερό.
ΑΝΤΡΑΣ: Νερό σου ζήτησα. Μόνο νερό. Αυτό θέλω.
Παύση.
ΚΟΠΕΛΑ: Εντάξει, και αυτό θα έχεις.
Η ΚΟΠΕΛΑ αποφασίζει να βγει. Ο ΑΝΤΡΑΣ έχει μείνει μόνος. Αντιδρά γρήγορα. Αρπάζει το κινητό που είναι πάνω στο τραπέζι και προσπαθεί να το χειριστεί, ανυπόμονος, ανίκανος, προσέχοντας ταυτόχρονα μήπως γυρίσει η ΚΟΠΕΛΑ. Τελικά καταφέρνει αυτό που ήθελε, ό, τι κι αν ήταν αυτό, γιατί παίρνει μια βαθιά ανάσα, ξανά, όπως πριν, και το αφήνει ξανά εκεί που το βρήκε. Αμέσως μετά κλείνει τα μάτια του και σφίγγει τις γροθιές του, σαν να είναι κουρασμένος, πολύ κουρασμένος και ταυτόχρονα πολύ αναστατωμένος. Ολόκληρο το σώμα του τρέμει. Φαίνεται πως θα ξεσπάσει σε κλάμα, αλλά του περνάει. Ξανανοίγει τα μάτια του. Επανέρχεται σχεδόν. Η ΚΟΠΕΛΑ επιστρέφει με ένα ποτήρι νερό.