skip to Main Content

Του Σέρχιο Μπλάνκο

Πρόσωπα του έργου

Σ, δραματουργός, 39 ετών

Μαρτίν Σάντος, πατροκτόνος, 21 ετών

Φεδερίκο, ηθοποιός του θεάτρου, 21 ετών

(Τον ρόλο του Μαρτίν και του Φεδερίκο ερμηνεύει ο ίδιος ηθοποιός.)

Περίληψη

Ένας συγγραφέας, ο Σ., επισκέπτεται με ειδική άδεια στη φυλακή έναν 21χρονο καταδικασμένο σε ισόβια. Ο Μαρτίν Σάντος έχει σκοτώσει τον πατέρα του με έναν τρόπο άκρως ειδεχθή, με 21 χτυπήματα με πιρούνι. Ο συγγραφέας έχει σκοπό μέσα από τις συναντήσεις με τον νεαρό ισοβίτη να γράψει ένα θεατρικό έργο, με θέμα τη σχέση του Μαρτίν με τον πατέρα του και την ιστορία της πατροκτονίας του, στο οποίο θα πρωταγωνιστεί ο ίδιος ο ισοβίτης. Το υπουργείο δικαιοσύνης και η διοίκηση των φυλακών, ενώ αρχικά συγκατατίθενται, στη συνέχεια απαγορεύουν στον Μαρτίν να συμμετάσχει στην παράσταση παίζοντας τον εαυτό του, και του επιτρέπουν μόνο να παρακολουθήσει μια γενική δοκιμή της παράστασης χωρίς συμμετοχή κοινού. Έτσι ο συγγραφέας πρέπει να βρει έναν ηθοποιό-αντικαταστάτη που θα παίξει τον ρόλο του Μαρτίν στο θέατρο. Μετά από οντισιόν επιλέγεται για τον ρόλο ο Φεδερίκο. Το έργο αναπαριστά τις συναντήσεις ανάμεσα στον συγγραφέα και τον Μαρτίν αφενός και τον συγγραφέα και τον Φεδερίκο αφετέρου, στο διάστημα που γράφεται το έργο και καθώς σιγά σιγά εξελίσσεται η σχέση του Σ. και με τους δύο. Τι σημαίνουν οι λέξεις πατέρας και πατροκτόνος στην ουσία; Ο Οιδίποδας που σκοτώνει τον πατέρα του χωρίς να ξέρει ότι είναι πατέρας του, είναι πατροκτόνος; Είναι πατροκτονία η δολοφονία του γέρου Καραμάζοφ; Είναι πατροκτονία η δολοφονία του πατέρα τού Μαρτίν; Μπορεί να δικαιούται τον τίτλο του πατέρα ένα κτήνος που βασανίζει συστηματικά το παιδί του; Κι αν αυτό τον σκοτώσει, είναι πατροκτόνος ή βρίσκεται ουσιαστικά σε νόμιμη άμυνα υπερασπίζοντας τη ζωή και την αξιοπρέπειά του; Το έργο θέτει τα ερωτήματα εξετάζοντας παράλληλα με την πατροκτονία του Μαρτίν, μερικές από τις πιο γνωστές πατροκτονίες στην ιστορία, με πρώτη εκείνη του Λάιου από τον Οιδίποδα.

Πρόκειται για μια εξαιρετικά ευτυχή στιγμή στη δραματουργική πορεία του Σέρχιο Μπλάνκο,  που ανατέμνει με μοναδική μαεστρία τόσο την ψυχή του νεαρού δολοφόνου, όσο και του ηθοποιού που προσεγγίζει τον ρόλο που θα υποδυθεί, χωρίς ποτέ να γνωρίσει προσωπικά τον Μαρτίν. Το έργο, που ανήκει στο είδος της αυτομυθοπλασίας ή μυθοπλασίας του εαυτού, ένα είδος γραφής στο οποίο επιδίδεται με εξαιρετική επιτυχία τα τελευταία χρόνια ο Μπλάνκο, έχει κάνει κυριολεκτικά τον γύρο του κόσμου (η αρχική παράσταση του Εθνικού Θεάτρου της Ουρουγουάης που σκηνοθέτησε ο ίδιος ο Μπλάνκο έχει προσκληθεί στα μεγαλύτερα Φεστιβάλ και στις σημαντικότερες σύγχρονες σκηνές παγκοσμίως),  έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από δέκα γλώσσες και έχει ανέβει σε πολλές χώρες με ενθουσιώδη υποδοχή από την κριτική και το κοινό.

Απόσπασμα του έργου

Σ. Εκείνο το βράδυ μόλις έφτασα στο ξενοδοχείο μου έφαγα, έκανα ένα ντους, απάντησα στα μέιλ μου και αφού έγραψα το ονοματεπώνυμό του στο Google, άρχισα να ψάχνω ό,τι πληροφορία υπήρχε γι’ αυτόν στο Ίντερνετ. Στο διαδίκτυο εμφανίζονταν 666 links που οδηγούσαν σε διάφορα άρθρα στον τύπο, αλλά και σε μια ατέλειωτη σειρά από κοινωνικά φόρουμ στα οποία αναφερόταν το όνομά του πολύ συχνά. Κάθε τόσο εμφανιζόταν η εικόνα του. Σχεδόν πάντα ήταν η ίδια. Ήταν μια παιδική φωτογραφία στην οποία, απίστευτο, εμφανιζόταν δίπλα στον πατέρα του. Αυτή είναι η φωτογραφία. Είναι σε μια παραλία. Την είχαν βγάλει σε κάποιες διακοπές, θα μου έλεγε ο Μαρτίν λίγο αργότερα. Στη φωτογραφία γελάνε και οι δυο. Ο πατέρας κι ο γιος. Και όπως μπορείτε να δείτε, ο Μαρτίν στηρίζεται στον ώμο τού πατέρα του ενώ ταυτόχρονα του δίνει ένα φιλί. Τα μαλλιά και των δυο είναι βρεγμένα. Σίγουρα έχουν μόλις βγει από το νερό. Κάθε φορά που άνοιγε αυτή η φωτογραφία στον υπολογιστή μου, σκεφτόμουν δύο πράγματα. Πρώτον, τον κυνισμό των εφημερίδων, που για να γράψουν για την πατροκτονία, επέμειναν να διαλέξουν και να δείξουν μια φωτογραφία που, όπως μπορείτε να δείτε, ξεχειλίζει από τρυφερότητα ανάμεσα στον πατέρα και τον γιο. Υπήρχε κάτι που με ενοχλούσε στην επιλογή αυτής της φωτογραφίας. Νομίζω ότι θα προτιμούσα να δω τις κλασικές φωτογραφίες του κατάδικου που έρχεται ή φεύγει από το δικαστήριο την ημέρα της δίκης του. Ή μια φωτογραφία ταυτότητας. Όχι όμως αυτή τη φωτογραφία που και οι δυο εμφανίζονται σε μια στιγμή τέτοιας οικειότητας. Το δεύτερο πράγμα που σκεφτόμουν συνέχεια, ήταν ποιος έβγαλε τη φωτογραφία. Η εικόνα της μητέρας, βεβαίως, ήταν συνεχώς παρούσα. Πολλές φορές στις συναντήσεις μας συζητήσαμε με τον Μαρτίν γι’ αυτή τη φωτογραφία και πολλές φορές ήμουν έτοιμος να τον ρωτήσω. Να τον ρωτήσω ποιος είχε βγάλει αυτή τη φωτογραφία. Δεν ξέρω όμως. Ποτέ δεν βρήκα το θάρρος να το κάνω. Και νομίζω πως ούτε αυτός ήθελε να μου το πει. Κάθε φορά που τη βλέπαμε μαζί, το μόνο πράγμα για το οποίο μου μιλούσε ήταν η ζωντανή ακόμα ανάμνηση από τις σταγόνες του νερού που κυλούσαν από τα βρεγμένα μαλλιά του πατέρα του πάνω στο ζεστό του δέρμα.

Back To Top